Αναπτυξιακή Λεκτική Δυσπραξία

Αναπτυξιακή Λεκτική Δυσπραξία

Η αναπτυξιακή λεκτική δυσπραξία είναι μία νευρογενής κινητική διαταραχή της ομιλίας, η οποία επηρεάζει δύο υποσυστήματα της ομιλίας : την άρθρωση και την προσωδία. Επηρεάζει την ικανότητα διαδοχής και παραγωγής ήχων, συλλαβών και λέξεων.

Αυτή η δυσκολία μπορεί να προκαλέσει ελλείψεις, αλλοιώσεις ή αντικαταστάσεις ήχων. Τα λάθη αυξάνονται όσο αυξάνεται το μέγεθος ή η πολυπλοκότητα της λέξης. Οι επαναλήψεις της ίδιας λέξης είναι συνήθως μη σταθερές (π.χ. αντί για παπαγάλος🡪παπαλάλος, παπαμάλο). Συχνά η ομιλία του παιδιού είναι δυσνόητη και συνοδεύεται από κινήσεις αναζήτησης σε μία προσπάθεια σωστής τοποθέτησης των αρθρωτών (δηλαδή των οργάνων του στόματος που χρησιμοποιούνται για την ομιλία).

 (Η πλήρης απώλεια της ικανότητας προγραμματισμού των κινήσεων για την ομιλία ονομάζεται Λεκτική Απραξία, δηλαδή παντελής έλλειψη πράξης, ενώ Δυσπραξία είναι η δυσκολία στην πράξη.)

Μία ακόμη μορφή αναπτυξιακής δυσπραξίας είναι η στοματική δυσπραξία. Πρόκειται για δυσκολία συντονισμού των εκούσιων στοματικών κινήσεων και ειδικότερα μη λεκτικών κινήσεων (π.χ. φύσημα, εκούσιος βήχας). Το παιδί δυσκολεύεται να εκτελέσει μη λεκτικές κινήσεις μεσω της μίμησης ή μετά από εντολή. Η στοματική δυσπραξία θεωρείται ως κυρίαρχη αλλά όχι υποχρεωτική ιδιότητα της λεκτικής δυσπραξίας (Crary 1993). 

ΒΑΘΜΟΣ ΣΟΒΑΡΟΤΗΤΑΣ

Ήπια δυσπραξία: Παρατηρούνται ήπιες δυσκολίες άρθρωσης και μη σταθερά λάθη. Ο πιο αργός ρυθμός ομιλίας μπορεί να διορθώσει τα λάθη, αλλά με αυτόν τον τρόπο χάνεται η φυσικότητα της ομιλίας.

Μέτρια δυσπραξία: Παρατηρούνται δυσκολίες άρθρωσης, μη σταθερά λάθη και δυσκολίες στην προσωδίας. Συχνά παρατηρούνται κινήσεις των αρθρωτών για να αναζητήσουν τον σωστό τόπο και τρόπο άρθρωσης. 

Σοβαρή δυσπραξία: Δεν υπάρχει ομιλία, παρατηρούνται στερεότυπες εκφράσεις με ή χωρίς νόημα. Υπάρχουν και περιπτώσεις που δεν μπορεί να παραχθεί φωνή. Υπάρχει έντονη αναζήτηση των αρθρωτών. Η μίμηση απλών λέξεων, ενδέχεται να είναι πολύ δύσκολη. Συνήθως χρησιμοποιούν κινήσεις και χειρονομίες για επικοινωνία.

ΣΗΜΑΔΙΑ ΛΕΚΤΙΚΗΣ ΔΥΣΠΡΑΞΙΑΣ 

  • Στην πρώιμη παιδική ηλικία

Στα βρέφη παρατηρείται μειωμένο βάβισμα (οι πρώτες συλλαβές χωρίς νόημα) και οι πρώτες τους λέξεις καθυστερούν να εμφανιστούν. Τα πολύ μικρά παιδιά παράγουν περιορισμένο αριθμό συμφώνων και δυσκολεύονται  στον συνδυασμό φωνημάτων. Τείνουν να απλοποιούν τις λέξεις που τους δυσκολεύουν, με απαλοιφές και αντικαταστάσεις ήχων. Μπορεί να έχουν και δυσκολίες στην σίτιση.

  • Στην προσχολική/σχολική ηλικία

Στα μεγαλύτερα παιδιά παρατηρούνται μη σταθερά λάθη που δεν οφείλονται σε ανωριμότητα. Κατανοούν πολύ καλύτερα την ομιλία από ότι την παράγουν. Δυσκολεύονται να μιμηθούν και να επαναλάβουν. Φαίνεται να τα πηγαίνουν καλύτερα στην αυθόρμητη ομιλία. Δυσκολεύονται να συντονίσουν την κίνηση της γλώσσας, των χειλιών και της κάτω γνάθου. Δυσκολεύονται στην έναρξη της ομιλίας και κάνουν κινήσεις ψαξίματος των αρθρωτικών κινήσεων. Όσο μεγαλύτερες είναι οι προτάσεις τόσο πιο ακατάληπτη είναι η ομιλία τους. 

Μερικά παιδιά μπορεί να έχουν και άλλες δυσκολίες όπως αδυναμία των χειλιών και της γλώσσας, καθυστερημένη γλωσσική ανάπτυξη, δυσκολίες στον εκφραστικό λόγο, στη λεπτή κινητικότητα και στη στοματική/αισθητηριακή αντίληψη (να αναγνωρίζουν κάτι στο στόμα τους με την αφή).

ΣΥΝΝΟΣΗΡΟΤΗΤΑ

Η δυσπραξία μπορεί να συνυπάρχει και με άλλες διαταραχές όπως μαθησιακές δυσκολίες, ΔΕΠ-Υ, αυτισμό, ΑΓΔ, διαταραχές ροής (τραυλισμός) και αναπτυξιακή δυσαρθρία.  

Η διαφοροδιάγνωση ανάμεσα στη δυσπραξία και τη δυσαρθρία είναι δύσκολη, καθώς τα συμπτώματα και των δύο διαταραχών εμφανίζουν αρκετά κοινά σημεία. Μερικές διαφορές όμως που διευκολύνουν την διαφοροδιάγνωση είναι  ότι στη δυσαρθρία τα λάθη άρθρωσης είναι σταθερά και οφείλονται σε μυϊκή αδυναμία, ενώ στη δυσπραξία τα λάθη άρθρωσης δεν είναι σταθερά και ποικίλλουν. 

ΑΙΤΙΑ ΛΕΚΤΙΚΗΣ ΔΥΣΠΡΑΞΙΑΣ

Η αναπτυξιακή λεκτική δυσπραξία δεν οφείλεται σε μυϊκή αδυναμία ή παράλυση των δομών του προσώπου και του στόματος, αλλά σε δυσκολία στον προγραμματισμό και στην συντονισμένη και με ακρίβεια εκτέλεση των κινήσεων των αρθρωτών. Τα αίτια αυτής της διαταραχής δεν έχουν αποσαφηνιστεί. Ωστόσο, οι έρευνες έχουν δείξει ότι  παθογένειά της είναι γενετικής (κληρονομικότητα) και νευρολογικής φύσης, χωρίς να έχει εντοπιστεί εστιασμένη εγκεφαλική βλάβη. Συνήθως αποτελεί δευτερογενές χαρακτηριστικό μιας πιο σύνθετης νευροαναπτυξιακής διαταραχής (όπως είναι οι Διαταραχές Αυτιστικού Φάσματος, Σύνδρομο Down κ.α.). Μπορεί να εμφανιστεί μετά από νευρολογική βλάβη εξαιτίας κάποιας λοίμωξης, ασθένειας ή και τραύματος. Ακόμη, μπορεί να εμφανιστεί, χωρίς γνωστή αιτιολογία (σαν Ιδιοπαθητική Διαταραχή Ομιλίας).

Η έγκαιρη διάγνωση από εξειδικευμένο λογοθεραπευτή και η πρώιμη παρέμβαση σε παιδιά με αναπτυξιακή λεκτική δυσπραξία είναι πολύ σημαντική! Το θεραπευτικό πρόγραμμα διαμορφώνεται σύμφωνα με τις ανάγκες του εκάστοτε παιδιού. Η παρέμβαση στοχεύει στην βελτίωση του σχεδιασμού, της αλληλουχίας και του συγχρονισμού των κινήσεων που απαιτούνται για την παραγωγή ομιλίας.