Το παιδί μου καταλαβαίνει τα πάντα, αλλά δεν μιλάει

Το παιδί μου καταλαβαίνει τα πάντα, αλλά δεν μιλάει

Η επικοινωνία ορίζεται ως η ανταλλαγή πληροφοριών ανάμεσα σε 2 ή και περισσότερα άτομα. Για να είναι λειτουργική η επικοινωνία, πρέπει να υπάρχει ένα κοινό σύστημα συμβόλων ή σημάτων. Οι άνθρωποι τείνουν να επικοινωνούν μέσω της ομιλίας.

Ένα βρέφος καθώς αναπτύσσεται, επικοινωνεί με διαφορετικό τρόπο, καθώς δεν είναι ακόμα έτοιμο να μιλήσει (πχ. κλάμα, κραυγές). Για να φτάσει στο στάδιο να μιλήσει (ο μέσος όρος  των παιδιών παράγει τις πρώτες του λέξεις στην ηλικία  των 12-15 μηνών), βασική προϋπόθεση είναι να έχει κατακτήσει τις προλεκτικές δεξιότητες. Οι προλεκτικές δεξιότητες περιμένουμε να έχουν κατακτηθεί μέχρι την ηλικία των 18 μηνών.

Με τον όρο προλεκτικές δεξιότητες ορίζουμε τα εξής :

– Ξαφνιάζεται και αντιδράει σε περιβαλλοντικούς ήχους (π.χ. κόρνα) και στην ανθρώπινη φωνή (πχ. φωνή της μαμάς).

– Εμφανίζει σημαντική αύξηση στην ικανότητα προσοχής (π.χ. παρατηρεί για περισσότερη ώρα μία δραστηριότητα που κάνει η μαμά – πλύσιμο πιάτων).

– Έχει κοινή προσοχή, δηλαδή μοιράζεται με άλλους την προσοχή του (π.χ. παίζουμε μαζί του ένα παιχνίδι και του αρέσει να κοιτάει μία εμάς και μία το παιχνίδι).

– Παίζει κατάλληλα με τα παιχνίδια του.

– Καταλαβαίνει χειρονομίες και ακολουθεί απλές εντολές (π.χ. πάρε το μπουκάλι σου).

– Φωνάζει ή χρησιμοποιεί ήχους με σκοπό να επικοινωνήσει κάποια ανάγκη του (πχ. λέει «Αμ» επειδή πεινάει).

– Μιμείται χειρονομίες και ήχους (π.χ. κάνει γεια).

– Παίρνει πρωτοβουλία για να ξεκινήσει μια αλληλεπίδραση (π.χ. έρχεται κοντά στη μαμά και την τραβάει).

– Εναλλάσσει τη σειρά του με εμάς στο παιχνίδι (π.χ. περιμένει τη σειρά του για να βάλει το επόμενο τουβλάκι).

Παρόλα αυτά ένα παιδί μπορεί να έχει καλή αντίληψη, αλλά να  μην μιλάει.

Πώς ορίζεται η καλή αντίληψη;

Ας δούμε τις δεξιότητες κατανόησης/αντίληψης που αναμένουμε ανά ηλικιακή ομάδα:

Σε ηλικία 0 έως 6 μηνών αναγνωρίζει ήχους, γυρνάει το κεφάλι του εντοπίζοντας τον ήχο και χαμογελάει όταν του μιλάνε.

Σε ηλικία 7 έως 12 μηνών κατανοεί το ναι και το όχι, ανταποκρίνεται στο όνομά του, αναγνωρίζει λέξεις που συνδέονται με συνηθισμένα αντικείμενα (π.χ. παπούτσι), ακούει όταν του μιλάνε και κατανοεί απλές εντολές.

Σε ηλικία 13 έως 18 μηνών ακολουθεί κάποιες απλές εντολές και αναγνωρίζει 1 έως 3 μέρη του σώματος.

Σε ηλικία 19 έως 24 μηνών κατανοεί την ερώτηση «τι είναι αυτό;», διασκεδάζει ακούγοντας ιστορίες, αναγνωρίζει 5 μέρη του σώματος και έχει αντιληπτικό λεξιλόγιο 300 ή περισσότερων λέξεων.

Σε ηλικία 2 έως 3 ετών κατανοεί το «ένα» και τα «πολλά», δείχνει τις εικόνες που του ζητούνται σε βιβλίο, αναγνωρίζει διάφορα μέρη του σώματος, κατανοεί απλές εντολές και ερωτήσεις (ποιος, τι κάνει, πού). Απολαμβάνει να ακούει μικρές ιστορίες και τραγούδια και καταλαβαίνει τα περισσότερα από αυτά που ακούει έχοντας αντιληπτικό λεξιλόγιο 500 – 900 ή περισσότερων λέξεων.

Τα παραπάνω αποτελούν τα αναπτυξιακά ορόσημα της γλωσσικής ανάπτυξης που αφορούν τον αντιληπτικό τομέα για τα παιδιά ηλικίας 0-3 ετών.

 

Γιατί όμως ένα παιδί ενώ έχει καλή αντίληψη, αργεί να μιλήσει;

Για πολλά παιδιά που παρουσιάζουν διαταραχές ομιλίας δεν υπάρχει εμφανής αιτιολογία για τη διαταραχή.

Στο παρόν άρθρο αναφερόμαστε σε παιδιά εντός φυσιολογικών ορίων, που δεν έχουν ιστορικό ακουστικού ελλείμματος, γνωστικής διαταραχής ή ιατρικούς παράγοντες που ούτως ή άλλως θα τα καθιστούσε υψηλού κινδύνου για ανεπαρκή ανάπτυξη λόγου και ομιλίας.

 

Οι αιτίες που καθυστερούν την ανάπτυξη ομιλίας σε ένα νευροτυπικό παιδί είναι οι εξής:

 

Λεκτική Δυσπραξία:

Πόκειται για διαταραχή του κεντρικού νευρικού συστήματος που επηρεάζει την ικανότητα διαδοχής και παραγωγής ήχων, συλλαβών και λέξεων (απαραίτητη ικανότητα για τη σύνθεση της ομιλίας). Δεν οφείλεται σε μυϊκή αδυναμία ή παράλυση, αλλά στην αδυναμία προγραμματισμού των κινήσεων των αρθρωτών (δηλαδή των οργάνων που χρησιμοποιούνται στην ομιλία, όπως είναι η γλώσσα, τα χείλη κλπ). Αυτή η δυσκολία μπορεί να προκαλέσει ελλείψεις, αλλοιώσεις ή αντικαταστάσεις ήχων. Τα λάθη αυξάνονται όσο αυξάνεται το μέγεθος και η πολυπλοκότητα των λέξεων.

 

Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή:

Η αναπτυξιακή γλωσσική διαταραχή χαρακτηρίζεται από αργό ρυθμό γλωσσικής ανάπτυξης και δεν υπάρχει εμφανής νευρολογική δυσλειτουργία ή οργανική βλάβη που να την αιτιολογεί. Δυσκολίες εμφανίζονται στη χρήση της γραμματικής καθώς και στη μορφοσύνταξη (π.χ. δυσκολία στη σωστή κατανόηση και χρήση των χρόνων των ρημάτων, καταλήξεων). Παιδιά με ΑΓΔ αν δεν ξεπεράσουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν μέχρι την έναρξη του σχολείου είναι πολύ πιθανό να αναπτύξουν μαθησιακές δυσκολίες.

 

Επιλεκτική αλαλία:

Πρόκειται για μία αγχώδης διαταραχή, όπου το παιδί είναι ικανό να μιλήσει με ανθρώπους που αισθάνεται οικεία, αλλά δυσκολεύεται να μιλήσει σε ορισμένους ανθρώπους και κάτω από ορισμένες συνθήκες (π.χ. στο σχολείο). Το μεγαλύτερο ποσοστό των παιδιών με επιλεκτική αλαλία παρουσιάζει και κοινωνική φοβία ή άγχος. Η έγκαιρη διάγνωση κρίνεται απαραίτητη.

 

Περιβαλλοντικοί παράγοντες:

Το περιβάλλον στο οποίο ζει και μεγαλώνει ένα παιδί, σε συνδυασμό με μια από τις παραπάνω διαταραχές ή και από μόνο του ενδέχεται να παίξει πολύ σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της ανάπτυξης ενός παιδιού. Μερικοί παράγοντες που επιβραδύνουν την ανάπτυξη ομιλίας ενός παιδιού είναι: η έλλειψη ποιοτικών και ποσοτικών στιγμών μεταξύ των γονέων και του παιδιού, το ανεπαρκές ή λανθασμένο γλωσσικό πρότυπο στην οικογένεια, ακατάλληλες συνθήκες αλληλεπίδρασης, κακές συνθήκες διαβίωσης.

 

Σημαντικό είναι να παρακολουθείτε τη γενική εικόνα της εξέλιξης του παιδιού σας. Αν παρατηρήσετε  σημαντικές αποκλίσεις, απευθυνθείτε σε έναν λογοθεραπευτή για να αξιολογήσει την ομιλία του παιδιού σας και να σας συμβουλέψει κατάλληλα.

Πόπη Καμπάνη
Λογοθεραπεύτρια, μέλος της ομάδας του κέντρου Έχω Λόγο
Κοινοποίηση:

Σχετικές Δημοσιεύσεις

Δυσαναγνωσία

Η Δυσαναγνωσία εντάσσεται στις Μαθησιακές Δυσκολίες. Στατιστικά η συχνότητα εμφάνισης είναι παρόμοια σε αγόρια και κορίτσια. Αφορά το 4-10% των παιδιών.  Η Δυσαναγνωσία συνυπάρχει με

Διαβάστε περισσότερα »